Share |

ΙΟΥΛΙΟΣ 2011: ΤΟ ΚΥΒΕΥΜΑ Του Γιάννη Φωτόπουλου

 

   Ένας μήνας τώρα πυκνού καιρού, χρόνος ταχύς, δείχνει ακόρεστος, εκρηκτικός, σαν πυρακτωμένη μπίλια που γυρίζει, σαν σφαίρα που σχίζει ακαριαία τον χώρο που φαινόταν ακίνητος, ξένος, παραδομένος στα καυσαέρια της ανεμελιάς, υποταγμένος στις φραπεδιές της ανημπόριας μας.  

     Ο χώρος απέκτησε άλλο νόημα, πύκνωσε κι αυτός, έτσι που ξάφνου ολάκερη η πόλη έγινε Πλατεία κι η πλατεία όλη η Πόλις, ξαναβρίσκοντας τούς από παληούς και νέους αιώνες ρόλους του: παραμέρισε, ο χώρος, τα αντικείμενα και γέμισε ανθρώπους, έπαψε να είναι νευρωσικό αντικείμενο και έγινε ενδιάθετο υποκείμενο· παραμέρισε την ανταλλαγή και γέμισε χρήση. Γέμισε διάθεση. Η πλατεία γέμισε οργή, η πλατεία γέμισε γιορτή. Μέσα από την αθρόα συνάντηση, το κέντρο της πόλης αποκατέστησε την λειτουργία του, έγινε τόπος συνάντησης του δήμου, Πνύκα διαβούλευσης, συμμετοχής στο συλλογικό, έκφρασης. Γέννησε μία συνείδηση τούτο το γεγονός - άρα μία δυνατότητα.

     Ένα μήνα μετά, η πλατεία δείχνει να κυριαρχείται από αμηχανία και απογοήτευση. Πληρώνει την ασάφειά της. Πρόσκαιρα; Ό,τι κι αν πει κανείς για τις ανεπάρκειες και τις ελλείψεις του κινήματος της πλατείας, δύο μέρες (14 και 15 Ιουνίου) άρκεσαν για να καταδείξουν την από καιρό εύθραυστη νομιμοποίηση του πολιτικού συστήματος: έρμαιη μιάς οργής που αφέθηκε να μείνει σκέτη οργή, η πλατεία φύτευσε προσδοκία και προσανατολισμό, φύτευσε πρακτικές -τα πρώτα λόγια από ένα Άξιον Εστί- στα παρτέρια του χρόνου. Θα συνεχίσει - και αναπόφευκτα θα αναμετρηθεί με την έλλειψή της σε στόχους επαρκούς σαφήνειας.

     Ο χρόνος απέκτησε, κι αυτός, άλλο νόημα: Ανακτήθηκαν μνήμες, το παρελθόν όλο εδώ, ξάφνου στην πλατεία κατέβηκαν μαζύ με τους αγανακτισμένους και οι γενιές του Μακρυγιάννη και του Κλεισθένη, του Πολυτεχνείου και της διαδήλωσης του Δεκέμβρη του '44, η γενιά του Δεκέμβρη 2008. Μνήμες αγώνων και αντίστασης, μαζύ με διατυπώσεις μέλλοντος. Παρελθόν, παρόν και μέλλον μαζύ, ταυτόχρονα, στον τρέχοντα χρόνο. Ανάκατα, αμήχανα, θυμωμένα, αντιφατικά - λειψά, κυρίως λειψά.

   Δεν γίνεται όμως κάθε μέρα αυτό, αυτό που κάνει κάποιες στιγμές και κάποιες ευκαιρίες ιστορικές. Το μέλλον «είναι» ήδη εδώ, πυκνά παρόν και αυτό, μέσα σε αποφάσεις, επιλογές, σταυροδρόμια, συγκρούσεις. Το μέλλον σε τούτες ‘δώ τις πυκνές ώρες του παρόντος κυβεύεται. Τώρα. Το Φθινόπωρο ίσως είναι αργά...

 

     Έτσι είναι φίλοι αναγνώστες: εκείνο που σαρώθηκε γοργά είναι οι ελπίδες των (πολλών) τεχνοκρατών και των (κάποιων αφελών) πολιτικών για σχετική έστω επιτυχή πορεία του Μνημονίου. Κανείς, ούτε οι πιο ένθερμοι αρχικοί υποστηρικτές του στην Ελλάδα και στο εξωτερικό δεν πιστεύουν ότι μπορεί η χώρα να βγεί από την κρίση με τέτοιες πολιτικές. Τα ίδια ισχύουν ήδη και για τις προοπτικές του Μεσοπρόθεσμου.

     Εκείνο που σαρώθηκε γοργά είναι η κοντόφθαλμη και ρηχή πολιτική του Αντιμνημονιακού Μετώπου, η χρεωκοπία του μετωπισμού της Αριστεράς (και των προοδευτικών) που χαϊδεύουν κι αναμασούν έωλα κεϋνσιανά διανεμητικά αιτήματα αφήνοντας αναπάντητα τα πιο κρίσιμα πολιτικά και γεωστρατηγικά ζητήματα της χώρας - όντας και σε αυτό το σημείο πίσω από τις πολιτικά σκεπτόμενες ελίτ και τα think tanks του συστήματος που ακριβώς πάνω σε αυτά τα ζητήματα ασκούν πολιτικές αιχμής.

     Εκείνο που σαρώθηκε γοργά είναι ο χοντροκομμένος αντι-Μέρκελ πατριωτισμός κι η ακόμη πιο χοντροκομμένη «αντι-εξαρτησιακή», αντι-ευρωπαϊκή κ.λπ ρητορική.

     Εκείνο που σαρώθηκε γοργά είναι η νομιμοποίηση του συστήματος να απορροφά τις ανεπάρκειες κι αντιφάσεις του μέσα από το διπολικό πολιτικό σύστημα Κεντροδεξιά-Κεντροαριστερά.

     Ζούμε λοιπόν αυτές τις μέρες, το ζήσαμε τον μήνα που πέρασε, μία χρεωκοπία, ή μάλλον πολλές γοργές χρεωκοπίες μαζύ! Ζήσαμε την χρεωκοπία της μνημονιακής πολιτικής τού συστήματος και της αντι-μνημονιακής πολιτικής των διάφορων προοδευτικών της κεϋνσιαριστεράς. Άπαντες προσπαθούν τώρα να  πετύχουν μία ...ελεγχόμενη πτώχευση των πολιτικών τους.

     Αναφέρομαι στην ανικανότητα, στην αφασία της Αριστεράς, τόσο της καθεστωτικής όσο και της κινηματικής.Είναι παρωχημένη, ανίκανη να καταλάβει, να υπερβεί, να θελήσει. Χωρίς εργαλεία για τον συμπυκνωμένο καιρό, χωρίς ματιά για το καινούργιο, χωρίς θάρρος για το αβέβαιο, χωρίς προσανατολισμό για την δυνατότητα - που ποτέ στην ιστορία δεν γεννήθηκε από μόνη της.

     Αναφέρομαι στις στενάχωρες εξελίξεις στην Σπίθα του Μίκη. Η ταχύτητα και η ένταση της περιόδου έφερε γρήγορα στην επιφάνεια και έδειξε την κρίση και τα προβλήματά της (βλ. σχετικό άρθρο του φυλλομάντη). Δεν μπόρεσε να αποφύγει την παθογένεια της παραδοσιακής νοοτροπίας της Αριστεράς για την πολιτική: τον μετωπισμό και τον γιακωβινισμό. Δεν μπόρεσε να αποφύγει τους πιο χοντροκομμένους αρχαϊσμούς της ότι το κοινωνικό υποκείμενο αποκτά σώμα μέσα από μετωπικές πολιτικές «πεφωτισμένων» πάνω στα οικονομικά προβλήματα. Δεν μπόρεσε να κατανοηθεί η κρίση -αλλά και η Πλατεία- σαν αυτό που πράγματι είναι: κριτική της ίδιας της πολιτικής, τού πώς κατανοείται και πώς ασκείται.  

 

Το στοίχημα

     Όλοι αυτοί έχουν μείνει πίσω από τα πράγματα, πίσω από την μέση κοινωνική συνείδηση και πίσω το κίνημα της πλατείας, πολλά βήματα πίσω από τα στοιχήματα και τα αιτήματα των καιρών - από τον ώριμο σε διάθεση προσανατολισμό, τον ωστόσο σπερματικό κι αντιφατικό σε διατύπωση, που πλανάται στον αέρα. Βρίσκονται πίσω από το αναπόδραστο αίτημα, το απαράκαμπτο στοίχημα για απάντηση στοκυριάρχο πρόβλημα, δηλαδή στο πολιτικό πρόβλημα της χώρας, το πρόβλημα της υπέρβασης του πολιτικού της συστήματος· αίτημα και πρόβλημα κεντρικό, κομβικό, χαίνον, που περιμένει απάντηση-προϋπόθεση για επαρκείς απαντήσεις στο Εθνικό, το Δημοκρατικό και το Κοινωνικό ζήτημα της χώρας· αίτημα και συνείδηση ότι αυτό σήμερα περνάει μέσα από την ανάγκη για Βαθειά Δημοκρατία, για ριζικό ξεπέρασμα του πολιτικού συστήματος και κατεδάφιση όλης της πολυπλόκαμης συστημικής παράγκας.

     Εκείνο που χρειαζόμαστε είναι μεταπολίτευση στην κατεύθυνση βαθειών αλλαγών και ουσιαστικών υπερβάσεων σε δομές, λειτουργίες, ρόλους και σχέσεις του συστήματος εκπροσώπησης και συμμετοχής, αλλαγών που ξεκινούν από κεντρικούς συνταγματικούς θεσμούς και φτάνουν μέχρι την αυτοδιοίκηση, τον συνδικαλισμό, τους δικαιοδοτικούς μηχανισμούς και την εσωτερική λειτουργία και δομή των κομμάτων. Αυτό είναι το στοίχημα σήμερα. Αυτό ειναι το προαπαιτούμενο για την (επίπονη έτσι κι αλλιώς) έξοδο από την κρίση.

     Η μπίλια γυρίζει. Για πόσο; Θα χαθεί άλλη μία στροφή της ιστορίας για την πατρίδα μας δίνοντας στο σύστημα την ευκαιρία να ανατάξει (όσο μπορέσει) τις ρωγμές του μεταφέροντας στους ώμους της χώρας και των ανθρώπων της την κρίση; Εκείνο που χρειάζεται είναι να κρατηθεί εδώ και τώρα, εν θερμώ, ανοικτό το στοίχημα, παναπεί να κρατηθεί ανοικτή η διεκδίκησή του, η δυνατότητά του.

     Για να γίνει αυτό μπορετό, χρειάζεται πυκνή, σοβαρή συζήτηση,  επικεντρωμένη ατζέντα για τα αναγκαία μεταβατικά μέτρα και μεταβολές στα επιμέρους θεσμικά, οικονομικά κ.λπ ζητήματα. Ο φυλλομάντης με την αρθρογραφία του, εδώ κι ενάμισυ χρόνο συμβάλλει σε αυτή την κατεύθυνση αποτελώντας βήμα παρέμβασης και ανοιχτού διαλόγου.

     Για να γίνει αυτό μπορετό, χρειάζονται να αναδειχθούν και να κερδηθούν νέες ιδέες και νέες αξίες σε πολλά πεδία: ως προς τον ρόλο και το περιεχόμενο της πολιτικής, ως προς την εκπροσώπηση και την συμμετοχή του κοινωνικού υποκειμένου, ως προς τον ρόλο του κράτους και της κοινωνίας. Χρειάζεται ένα corpus συλλογικών αξιών.

     Για να γίνει αυτό μπορετό, χρειάζεται η υπεύθυνη και επικεντρωμένη κατάθεση προτάσεων και συνεισφορά ιδεών και θέσεων από πολιτικούς και επιστήμονες. Χρειάζεται όλοι αυτοί να «ξεβολευτούν» όμως, να ξεκολλήσουν από εμμονές και καθεστωτικές εξαρτήσεις, να ακούσουν την βουή του χώρου και του χρόνου, να πάψουν να αναμασούν το τετριμμένο, το άχρηστο παληό, το πονηρο-μετωπικό, το αλλοτριωμένο κι αλλοτριωτικό ψευδο-επιστημονικό. Να πάψει ο καθείς «να καλλιεργεί το χωραφάκι του» (Νίτσε): Με αυτό έχουν να αναμετρηθούν οι διανοούμενοι και οι πολιτικοί του τόπου, κι ανάγκη πάσα να το μπορέσουν...

               Για την παρέα του φυλλομάντη,
               Γιάννης Φ.Φωτόπουλος, 9 Ιουλίου 2011 

www.filomantis.gr