Share |

Μέρες Παράξενες...

Μέσα απ’ αυτό το φονικό
μονάχα ο έρωτας θα ζήσει
Γι’ αυτό στο σώμα σου ας χαθώ
στους δρόμους που ονειρεύομαι
χωρίς επιστροφή

Διονύσης Τσακνής / Σωκράτης Μάλαμας

Ο χρόνος κυλάει αργά και βασανιστικά. Μετράς ώρες, μέρες, εβδομάδες και μήνες. Μετράς λόγια, ιδέες, ανθρώπους, και ανθρωπιά. Και ο χρόνος κυλάει σαν αναισθητικό στις φλέβες σου, βαραίνει τα μάτια και το μυαλό σου για να προετοιμάσει το έδαφος για την μεγάλη ώρα. Λίγο πριν από τα μεγάλα και τα σπουδαία της ζωής, μοιάζει να μην υπάρχουν άνθρωποι δίπλα σου παρά μόνο οι σκιές, οι κινήσεις και οι ήχοι τους. Η σκέψη είναι μια κίνηση που δεν έχει ολοκληρωθεί, αλλά η σκέψη κινείται με απροσδόκητη ταχύτητα, μία στο μέλλον, μία στο παρελθόν, για να ζυγιάσει το παρόν και να κρυφοκοιτάξει στο αύριο.

Δεν υπάρχει αμφιβολία, ζούμε παράξενες μέρες. Υπόγειες αλλαγές και υπέργειες ανακατατάξεις χτίζουν με ή χωρίς εμάς το μέλλον μας. Δυνάμεις ανακατατάσσονται και συγκεντρώνονται για την μεγάλη αναμέτρηση. Ξυπνάει το παρελθόν για να αναταράξει το μέλλον. Και από τους παρατηρητές του σήμερα κανένας δεν κοιτάει μέσα μας. Όλοι κοιτάνε απέξω, στην αγορά. Αλλά η αγορά τόσο με την αρχαία όσο και με την σύγχρονη έννοια της έχει εκπορνευτεί. Η Αγορά του Δήμου και η Αγορά του Χρήματος έχει συγχωνευθεί σε ένα ατελείωτο ανταλλακτήριο ψυχών και συνειδήσεων. Είναι γιατί, αιώνες τώρα, το μέσα μας, η ατομικότητα, ο άνθρωπος και μαζί η συλλογικότητα και η συντροφικότητα χάθηκε, διαλύθηκε, μέσα στην “δι' αντιπροσώπων” βίωση της πραγματικότητας. Ο θάνατος στον νεκροθάφτη, η αρρώστια στην νοσοκόμα, τα σκουπίδια στον οδοκαθαριστή, η ανθρωπιά και η αλληλεγγύη στους λογαριασμούς των ΜΚΟ, η κοινωνία στον πολιτικό εκπρόσωπο και τα όνειρα μας υποθήκη στον τραπεζίτη.

Και ο έρωτας; Χμ! Ο έρωτας δεν χωράει αντιπροσώπους. Μπορεί να χωράει μεσάζοντες, νταβάδες και τσατσάδες αλλά δεν χωράει αντιπροσώπους. Ωστόσο ο εθισμός στην δι' αντιπροσώπων βίωση της πραγματικότητας, κατάφερε να βάλει και εκεί το χέρι του. Εκεί που δεν χωράνε αντιπρόσωποι μπήκαν σκιές και αντανακλάσεις. Ερωτευόμαστε σκιές ανθρώπων και βιώνουμε των έρωτα των άλλων μέσα από την αντανάκλαση τους γιατί απλά ξεχάσαμε να κοιτάμε τους ανθρώπους στα μάτια και όλα τα ανθρώπινα κατάματα. Γιατί μόνο όταν μάθεις να κοιτάζεις το θάνατο, την αρρώστια, τα προβλήματα, την κοινωνία και τα όνειρα ο ίδιος – χωρίς αντιπροσώπους – μπορείς να μάθεις να κοιτάζεις και τους ανθρώπους στα μάτια. Και μόνο όταν κοιτάζεις τους ανθρώπους στα μάτια μπορείς να ερωτευτείς πραγματικά. Παρ' όλα αυτά ο έρωτας είναι η μόνη επαναστατική πράξη που άντεξε σε όλες τις εποχές, σε όλες τις συνθήκες, σε όλες τις κοινωνίες. Και άντεξε διαχρονικά ως επανάσταση, ακριβώς γιατί είναι ένα από τα λίγα, ίσως το μοναδικό πράγμα, που δεν χωράει αντιπροσώπους. Σε αυτή την περίπτωση αποφασίζουμε και δημιουργούμε μόνοι με μοναδική κινητήρια δύναμη την επιθυμία και την παρόρμηση. Οι μικρές επαναστάσεις που μας απέμειναν στην εποχή μας είναι αυτές που χωράνε σε ερωτικές και οικογενειακές ιστορίες.

Θέλει πολύ καθαρό ή πολύ θολωμένο μυαλό για να μπορέσει να καταλάβει κανείς τι γίνεται γύρω μας και τι έρχεται μπροστά μας. Αν και είναι δύσκολο να προβλέψεις τις εξελίξεις ένα πράγμα δείχνει να διεκδικεί την αναγνώριση της βεβαιότητας: όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοιχτά, όλα τα σενάρια είναι πιθανά, τα πάντα μπορούν να συμβούν. Δεν υπάρχει τίποτα από το σκοτεινό παρελθόν ή από το λαμπερό ουτοπικό μέλλον μας που να αποκλείεται. Όπως επίσης είναι βέβαιο ότι στο βάθος αυτού του σκοτεινού τούνελ που τόσο λίγοι αποφασίζουν για τόσους πολλούς, οι πολλοί είναι αυτοί που θα πάρουν στα χέρια τους την ιστορία.

Όλα τριγύρω μυρίζουν προδοσία, προδοσία από αυτή που μόνο η βία μπορεί να ξεπλύνει και να διορθώσει. Μάταια προσπαθούν, όσοι ακόμα το προσπαθούν, να πείσουν ότι “δεν γίνεται αλλιώς”. Η προδοσία είναι οφθαλμοφανής γιατί κανένα αδιέξοδο στην ζωή και στην κοινωνία δεν λύνεται με άλλο αδιέξοδο. Και όπως στον έρωτα, έτσι και στην κοινωνία και την πολιτική η ζωή διεκδικεί τη θέση της και τα δικαιώματα της. Χωρίς να ρωτάει, χωρίς να νοιάζεται για το πως και το γιατί. Όταν η ζωή διεκδικεί δεν υπάρχουν αδιέξοδα.

Δεν έχω πεισθεί ακόμα πως η κοινωνία μας έχει την δέουσα επαφή με την πραγματικότητα ή τα αντανακλαστικά εκείνα που απαιτούνται για να αντιδράσει όπως της πρέπει σε αυτήν ακριβώς την στιγμή. Ωστόσο, είμαι βέβαιος ότι θα έρθει εκείνη η στιγμή που θα ξυπνήσει από την νάρκωση του χρόνου και θα διεκδικήσει με απόλυτο και βίαιο τρόπο τα δικαιώματα της. Μπορεί να μην είναι ετούτος ο μικρός τόπος η αφετηρία, μπορεί να μην είναι καν μόνο δικό μας θέμα. Το ξέσπασμα όμως θα έρθει.

Στην δική μου κοσμοθεώρηση κεντρική θέση έχει η εμμονή και η ιδεοληψία του να αλλάξουμε τον κόσμο, να τον κάνουμε καλύτερο. Ωστόσο στην κοσμοθεώρηση που μοιράζομαι με μια μικρή μειοψηφία άλλων συνενόχων, ποτέ δεν ρωτήσαμε αν ο κόσμος θέλει να αλλάξει και αν ποτέ θέλει να γίνει καλύτερος με τον τρόπο που τον ονειρευόμαστε εμείς. Είμαστε πάντα με την πλάτη στον ιδεολογικό τοίχο μας γιατί οι άλλες κοσμοθεωρίες είναι πιο βολικές, φοριούνται καλύτερα, ταιριάζουν με τα χρώματα του φόβου και τον τρόμου της σημερινής ατμόσφαιρας, δένουν καλύτερα με το δόγμα του “σοκ και δέος” που εφαρμόζουν οι κατοχικές κυβερνήσεις εδώ και στον υπόλοιπο κόσμο. Είναι ευκολότερο να τα βάλεις με τους άλλους από το να κινηθείς ο ίδιος. Είναι ισχυρότερα τα αντανακλαστικά της αυτοσυντήρησης και της επιβίωσης από την επίκτητη συνήθεια της συντροφικότητας, της συλλογικότητας και της αλληλεγγύης.

Βλέπω πολύ σκοτάδι πριν να έρθει το φως. Αυτό όμως που με τρομάζει είναι η αίσθηση ότι μόνος βλέπω το σκοτάδι και μόνος ονειρεύομαι το φως. Αδυνατώ να βρω και δυσκολεύομαι να επιστρατεύσω την δύναμη να αναζητήσω συμμέτοχους και συνένοχους. Είναι γιατί τριγύρω όλες οι συλλογικότητες μυρίζουν μούχλα από το μακρύ παρελθόν. Όλα τα μορφώματα γύρω από τα οποία θα μπορούσε κανείς να αναζητήσει ένα αποκούμπι συλλογικότητας μυρίζουν ναφθαλίνη που συντηρεί παλιά και πολυφορεμένα ρούχα. Μοιάζει σαν να ετοιμαζόμαστε, αργά και βασανιστικά, για έναν μεγάλο ιδεολογικό και κοινωνικό πόλεμο και να έχουμε ξυπνήσει όλα τα φαντάσματα του παρελθόντος για να μας συνδράμουν. Φοβάμαι μήπως κάποια μέρα ξυπνήσουμε και στην δίνη των γεγονότων αναγκαστούμε να βρούμε καταφύγιο δίπλα στα φαντάσματα από το παρελθόν.

Μόνη παρηγοριά που απομένει είναι η δύναμη της ζωής και η δύναμη των ανθρώπων, όταν καταφέρουν να κοιτάξουν μέσα τους. Μπορεί τα κράτη, οι επιχειρήσεις και οι τράπεζες να χρεοκοπούν αλλά αυτό που ποτέ δεν χρεοκόπησε, αυτό που ποτέ δεν έχασε την αξία του ήταν η δύναμη των ανθρώπων όταν η μόνη δύναμη που τους απομένει είναι αυτή της ανθρωπιάς. Αυτή η δύναμη κράτησε το μέτωπο των ανθρώπων ψηλά μέσα σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, σε τόπους εξορίας, σε χαλάσματα και μεγάλες καταστροφές. Θα ήταν κρίμα ότι δεν λύγισε μπροστά σε δήμιους, κανόνια και φωτιά να λυγίσει μπροστά σε τοκογλύφους, κατοχικές κυβερνήσεις, σε ομόλογα και επιτόκια.

Ξέρω, είναι δύσκολο για πολλούς ανθρώπους να προβάλλουν στο μέλλον το αβέβαιο παρόν μας. Ωστόσο στην αβεβαιότητα κάθε εποχής υπάρχει πάντα η σιγουριά και η βεβαιότητα που έγκειται στα έσχατα της ανθρώπινης ύπαρξης. Όταν θα έρθει η μεγάλη ώρα στα χέρια των πολλών θα είναι τα πράγματα και η ροή της ιστορίας. Τότε μονάχα ο έρωτας θα ζήσει...

ΓΠΚ
Υ.Γ. 1:

Σταμάτα να καυχιέσαι πως όλα τα είδες
είναι μεγάλη η διαδρομή
το μέτωπο σου δειλιάζει να χαράξει ρυτίδες
σε μια μικρούλα έχεις φωλιάσει ρωγμή
αυτού του κόσμου που ονειρεύεται ακόμα
να γίνει ένα αιώνιο, απέραντο μνήμα
στάσου και φτύσε στου χρόνου το γιόμα
ότι σκεφτείς εδώ είναι όλα χύμα.
Δέσου καλά στο κατάρτι και ασ' τις σειρήνες
να σε φωνάζουν, να σου τάζουν πολλά
άσε τα χρόνια, άσε τους μήνες
να σε γεράσουν όπως ξέρουν καλά
άσε τις μέρες αυτές να σε γεμίσουν φωτιά
έχουνε μνήμη καλή και μας χρεώνουν
μας στέλνουν πίσω της μετάνοιας τα χαρτιά
μας αγαπούν και μας τελειώνουν.

Μέρες παράξενες, θαυμάσιες μέρες
θα μείνω εδώ δεν έχω που να κρυφτώ.
Μέρες παράξενες, θαυμάσιες μέρες
δε προλαβαίνω ούτε καν να σκεφτώ.

Γι' αυτό σου λέω είναι βαριά τιμωρία
να θέλει η νιότη σου να τρέξει μπροστά.
Πείσε την πρώτα ότι δε κάνει αγγαρεία
κι ύστερα τράβα απ' αυτήν χωριστά.
Τρέχα και βρες τις μεγάλες φοβέρες
έχουν κουρνιάσει μες στις ψυχές
και τραγουδούν τις παράξενες μέρες
δίπλα στις τύψεις και οι ενοχές
γίνανε λόγια απλά κι αυτές με φαντασία
γι' αυτό περίεργα απόψε, δε στο 'πα
δεν ικετεύουνε πια γι' αθανασία
με προσευχές και παράξενα κόλπα.
Μη ξεχνάς και μη κερνάς αδικία
τώρα πια ανθρώπους και στιγμές
κράτα στην πάρτη σου τη πιο μεγάλη κακία
είναι θαυμάσιες οι μέρες αυτές.

Μέρες παράξενες, θαυμάσιες μέρες
ψάχνω κουράγιο μήπως και ονειρευτώ
Μέρες παράξενες, θαυμάσιες μέρες
καλή ευκαιρία μήπως και μαγευτώ.
Μέρες παράξενες, θαυμάσιες μέρες
έτσι μπράβο να σ'ακούω να μιλάς.
Μέρες παράξενες, θαυμάσιες μέρες.
Τι ωραίο να κλαις και να γελάς.
Μέρες παράξενες, θαυμάσιες μέρες.
Να ονειρεύεσαι, να μη ξεχνάς.
Μέρες παράξενες, θαυμάσιες μέρες.
Να μη φοβάσαι και να γερνάς.

Active Member

Υ.Γ. 2: Σύντροφοι στο χωριό έχουμε πατάτα। Όποιος θέλει να δει πως φυτρώνει η ζωή μέσα στο βράχο μπορεί να έλθει στο μάζεμα. Η εμπειρία θα σας φανεί χρήσιμη στο μέλλον.

Υ.Γ. 3: Η πρώτη επίσκεψη στην κατοχική Αθήνα μου δημιούργησε τον φόβο ότι οι κάτοικοι της θα αντιληφθούν τα γεγονότα κατόπιν εορτής, ένα βράδυ που θα σχολούν από τα κάτεργα που ο καθένας έχει επιλέξει.

Υ.Γ. 4: Μόνο ο Μορφέας είναι διαθέσιμος και μπορεί να κυκλοφορεί στην Αθήνα με σκοπό την διασκέδαση και την επικοινωνία; Και δεν είναι ΚΑΝ Αθηναίος!

Πηγή