Share |

"ΕΚΚΛΗΣΙΑ" ΚΑΙ ΚΡΑΤΟΣ: ΔΥΟ ΣΥΝΤΕΧΝΙΕΣ ΣΕ ΞΕΝΟ ΑΧΥΡΩΝΑ

Το σημερινό ΝΠΔΔ "Εκκλησία της Ελλάδος" είναι η συνέχεια της αιρετικής κατασκευής, που έφτιαξαν προτεστάντες αντιβασιλείς και ένας ρωμαιοκαθολικός βασιλέας. Το ίδιο συμβαίνει και με αυτό που αποκαλούμε «κράτος»: Φτιάχτηκε πάνω στα ερείπια των Ελληνικών κοινοτήτων.

Με την επέλαση των Βαυαρών στην Ελλάδα, με δύο νόμους και πολλές διατάξεις, καταργήθηκαν οι Εκκλησίες και οι Κοινότητες των Ελλήνων. Πρόκειται για τους δύο θεσμούς που κράτησαν τον Ελληνισμό όρθιο στα 400 χρόνια σκλαβιάς και κατέληξαν στην Επανάσταση. 

Μαζί με την κατάργηση των εκκλησιών και τη δημιουργία ενός μορφώματος στα πρότυπα της Παπικής και Αγγλικανικής παράδοσης, οι Βαυαροί απαλλοτρίωσαν και την περιουσία τους, η οποία τότε ήταν το 25% της έκτασης του νεοσύστατου ελληνικού κράτους, ενώ σήμερα δεν υπερβαίνει το 2%.

Τότε, με τον όρο εκκλησιαστική ή κοινοτική περιουσία εννοούσαν ότι αυτή Η ΠΕΡΙΟΥΣΙΑ ΑΝΗΚΕ ΣΤΟ ΛΑΟ, αφού αυτός αποφάσιζε για όλα, στις συνελεύσεις του. Οι ενορίτες επέλεγαν τους ιερείς και διευθετούσαν τα κοινά, ενώ οι ιερείς εκλέγανε τους Επισκόπους. 

Το σημερινό μόρφωμα, που φέρνει το όνομα "Εκκλησία τη; Ελλάδος" ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑ.

  • «στην ελληνική γλώσσα οι λέξεις είναι, συχνά, αναμμένα κάρβουνα, που κατακαίνε όποιον τις βιάζει για να παίξει τα παιχνίδια του. «Θρησκεία» λοιπόν και «εκκλησία» στα ελληνικά είναι νοήματα αντιθετικά, σημαίνουν πραγματικότητες ασύμβατες, ασυμβίβαστες, η μια αποκλείει την άλλη. Με τη «θρησκεία» δηλώνουμε ατομοκεντρισμό (ατομικές πεποιθήσεις, ατομικές αρετές, ατομική πιστότητα σε δόγματα και σε ηθικές προστατικές), με στόχο τον υπέρτατο ωφελιμισμό: την ατομική «σωτηρία» – να συνεχίσει να υπάρχει το «εγώ» σε γραμμικό χρόνο ατελεύτητο.
  • Με τη λέξη «εκκλησία» σημαίνουμε το εντελώς αντίθετο: τη μετοχή, τη σχέση, την αυθυπέρβαση και αυτοπροσφορά. Είναι ερωτικό γεγονός η εκκλησία, άθλημα ελευθερίας από την ιδιοτέλεια, είναι η ζωή κοινωνούμενη, η ζωή που γίνεται Γιορτή και πανήγυρις. Να χαρακτηρίζουμε «θρησκεία» την εκκλησία είναι σαν να ονομάζουμε «έρωτα» την πληρωμένη ηδονή, σαν να αποκαλούμε «χρήσιμη διασύνδεση» τη φιλία, σαν να τιτλοφορούμε «δημοκρατία» τον υποχείριο του μάρκετινγκ παρλαμενταρισμό ή μια μαφιόζικη συντεχνία. Κι όμως, διακόσια χρόνια τώρα, οι ελληνώνυμοι απελεύθεροι προσδιορίζουμε στο Σύνταγμά μας την εκκλησία σαν επικρατούσα θρησκεία – μηδενός αντιλέγοντος, επισκόπου ή αρχιεπισκόπου». (Χρήστος Γιανναράς)

Ο σκοπός της διάλυσης της Ελληνικής Ορθόδοξης Εκκλησίας περιγράφεται με σαφήνεια από τον ανήλικο Βασιλιά σε επιστολή προς τον πατέρα του:

  •  «...Η πνευματική αρχή του κλήρου της χώρας θα μπορούσε να γίνει επικίνδυνη για τον κοσμικό άρχοντα, αν ο ανώτερος κλήρος συνιστούσε μια ομάδα, καθόσον ολόκληρος ο κλήρος κατόπιν θα έπαιρνε το λαό με το μέρος του εναντίον του άρχοντα. Νομίζω ότι θα μπορούσαμε να υπερβούμε όλες αυτές τις δυσκολίες αν δημιουργούσαμε μια σύνοδο υπό τη διεύθυνση κάποιου Μητροπολίτη που θα ήταν κάτι σαν τους προέδρους των δικών μας επιτροπών και ουσιαστικά δε θα είχε εξουσία. Σε ορισμένα χρονικά διαστήματα ο άρχοντας θα μπορεί να διαλέξει τα μέλη αυτής της συνόδου»(13/5/1833)[1].

Και από αυτό το κείμενο προκύπτει ότι οι Βαυαροί ήρθαν στην Ελλάδα ως κατακτητές. Το ότι το κατοχικό καθεστώς δεν αναγνωρίζεται ως τέτοιο, ούτε τότε, ούτε τώρα, οφείλεται στο γεγονός ότι η κρατικοδίαιτη πνευματική, πολιτική και οικονομική άρχουσα τάξη βολεύτηκαν με αυτό και το στηρίζουν.

Ο λαός αντέδρασε, αλλά αυτό δεν διδάσκεται στα σχολικά βιβλία. Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, σε μία δίκη παρωδία, καταδικάστηκε σε θάνατο, επειδή διαμαρτυρήθηκε στον Ρώσο πρέσβη για τη διάλυση της Εκκλησίας. Αλλά, ο πρωτεργάτης της καταδίκης του σε θάνατο, ο Γεώργιος Λουδοβίκος φον Μάουρερ, το 1858, τιμήθηκε από τους ελληνώνυμους δικαστές, «για τις υπηρεσίες του προς την πατρίδα». 

Οι δημογέροντες της εποχής αντέδρασαν στις απαλλοτριώσεις: 

  • «...Η Κοινότητα θεωρούσε ιδιοκτησία της τα οικόπεδα των εκκλησιών και είχε την άποψη ότι τα ελεύθερα και αχρησιμοποίητα θα μπορούσαν να καλύψουν μέρος των αναγκών των κατοίκων.“Εις όλα της γης τα Κράτη οι Ναοί εκτός τινών εξαιρέσεων... θεωρούνται ως ιερά κοινοτική περιουσία” έγραφαν οι δημογέροντες, τονίζοντας πως οι Αθηναίοι χριστιανοί με δικά τους χρήματα ίδρυσαν ή συντήρησαν τους ναούς. Επισήμαιναν ακόμη το γεγονός ότι οι Τούρκοι αναγνώριζαν τις εκκλησίες ως κοινοτική περιουσία. Αντέδρασαν, λοιπόν, όταν πληροφορήθηκαν πως η Αντιβασιλεία κατέτασσε στα εθνικά κτήματα τα οικόπεδα των ναών και κάλεσαν την κυβέρνηση να διαχωρίσει τα μοναστηριακάτα μοναστηριακά κτήματα από τους ενοριακούς ναούς, όπως έκανε ο πρώτος δημοτικός νόμος»[2].

 

Αντέδρασαν και οι Επτανήσιοι, όταν, αμέσως μετά την Ένωση, το τότε "Ελληνικό" κράτος επανέλαβε το ίδιο, απαλλοτριώνοντας εκκλησίες και περιουσίες και μεταφέροντας αυτές στο βαυαρικό μόρφωμα "Εκκλησία της Ελλάδος": 

 Ο ξεσηκωμένος λαός ζητούσε να διατηρηθούν, χωρίς παρεκκλίσεις, «η υπό του κλήρου εκλογή των αρχιερέων κατά τα αρχαία της Ιονίου Εκκλησίας θέσμια, τα δίκαια των ιδιόκτητων ενοριακών ή συναδελφικών ναών, η υπό των αρχιερέων διοίκησις των μονών και οι δικαιοδοσίες επί των διαζυγίων και των επιτιμίων». Οι φυλακές γέμισαν από καταδικασμένους κληρικούς και λαϊκούς, που αρνήθηκαν να υποκύψουν. 11 χρόνια χρειάστηκαν για να πνιγεί η άοπλη λαϊκή εξέγερση και σ’ αυτό συνέβαλαν οι νόμοι, οι φυλακές και οι εξαγορές με άφθονο κρατικό χρήμα[3]

 Αυτό για το οποίο σήμερα μαλώνουν κράτος και «εκκλησία» και αποκαλείται «εκκλησιαστική περιουσία» ανήκει στα λαό.

 

Κι αν για μερικούς όλα αυτά θεωρούνται παλιά, ας έρθουμε στο σήμερα, δείχνοντας με ένα παράδειγμα ότι η ο σκοπός αυτού που αποκαλείται "εκκλησία" εξακολουθεί να είναι ίδιος από την εποχή των Βαυαρών. Αυτά δεν είναι «περασμένα – ξεχασμένα» και η λιγοστή μνήμη, που κάπου σε κάποια γωνιά της πατρίδας έχει απομείνει, πρέπει να διαγραφεί.

Στο χωριό Φαρακλάτα της Κεφαλονιάς, υπάρχει η τελευταία εν λειτουργία Συναδελφική Εκκλησία. Οι συναδελφοί ενορίτες δεν παρέδωσαν τον ναό και την περιουσία του και επί 150 χρόνια οι Επίσκοποι αποδέχτηκαν την κατάσταση και έστελναν ιερέα για τις λειτουργίες. Στις Συναδελφικές Εκκλησίες, οι συναδελφοί ενορίτες εκλέγουν το εκκλησιαστικό συμβούλιο, το οποίο διαχειριζόταν τα κοινά πράγματα, ενώ στις ενοριακές εκκλησίες, δηλαδή στις εκκλησίες ιδιοκτησίας του ΝΠΔΔ «Εκκλησία της Ελλάδος», διορίζονται από τον εκάστοτε Μητροπολίτη. Επειδή το ελληνικό κράτος έχει καταργήσει τον θεσμό των Συναδελφικών Εκκλησιών και έχει απαλλοτριώσει την περιουσία τους, για τη νομιμοποίηση των δικαιοπραξιών του συμβουλίου, ο εκάστοτε Μητροπολίτης όριζε σαν εκκλησιαστικό συμβούλιο τα μέλη που πρότεινε η σύναξη των συναδελφών. Εάν δεν το έκαναν οι Μητροπολίτες, οι συναδελφοί δεν θα μπορούσαν να διαχειριστούν τον ναό και την περιουσία του, η οποία συμπεριλαμβάνει ένα γήπεδο, το οποίο έχουν εκχωρήσει δωρεάν στην ΕΠΣ Κεφαλονιάς και Ιθάκης.  

Ως αυτή τη στιγμή, που γράφονται αυτά, δεν υπάρχει έγκριση του εκκλησιαστικού συμβούλιου από τον νέο Μητροπολίτη, ο οποίος έχει παραπέμψει το θέμα με ερώτημα στις αρμόδιες υπηρεσίες της Ιεράς Συνόδου. Το τι σημαίνει αυτό, το δίνουμε με ένα παράδειγμα: Σήμερα, το μη νομιμοποιημένο εκκλησιαστικό συμβούλιο δεν μπορεί να κάμει ανάληψη χρημάτων από την τράπεζα, για να φτιάξει τη στέγη του ναού, που έχει πάθει ζημιές από τον σεισμό του 2014.

Με το νομικίστικο πνεύμα τους, οι της Ιεράς Συνόδου είναι σχεδόν βέβαιο το τι θα απαντήσουν, οπότε στους ενορίτες θα μπει το δίλημμα:  Ή μετατρέπετε τον ναό σε ενοριακό, δηλ. ή παραδίδετε τη συνιδιοκτησία σας στην «Εκκλησία ΑΕ» ή ο ναός κλείνει, μια και "νόμιμα" ο Μητροπολίτης «δεν μπορεί» να στείλει ξανά ιερέα. 

Επί 1,5 αιώνα, κάποιοι φιλήσυχοι άνθρωποι, σε μια γωνία της Ελλάδας, έκαναν το χρέος τους απέναντι στην κοινότητα μέσα στην οποία ζούσαν και στον Θεό που πιστεύουν, χωρίς να ασχολούνται ή να αμφισβητούν εξουσίες. Γιατί δεν αφήνονται τα πράγματα ως έχουν; Ελπίζουμε οι άνθρωποι αυτοί να μη βρεθούν μπροστά σε τέτοιο δίλημμα.

  ---

Η αντιπαλότητα νομικισμού και ουσίας υπήρχε και στα χρόνια του Ιησού και όλοι γνωρίζουμε ποια θέση πήρε, απευθυνόμενος στο πλήθος, παρουσία των Φαρισαίων:

πάντα οὖν ὅσα ἐάν εἴπωσιν ὑμῖν τηρεῖν, τηρεῖτε καί ποιεῖτε, κατά δά τά ἔργα αὐτῶν μή ποιεῖτε· λέγουσι γάρ, καί οὐ ποιοῦσι

…Οὐαί δέ ὑμῖν, γραμματεῖς καί Φαρισαῖοι ὑποκριταί, ὅτι κατεσθίετε τάς οἰκίας τῶν χηρῶν καί προφάσει μακρά προσευχόμενοι· διά τοῦτο λήψεσθε περισσότερον κρῖμα.

(Κατά Ματθαίο, κεφ. 23)

          Άθεοι, αλλόθρησκοι, αγνωστικιστές και άλλοι συμπατριώτες κάνουν τεράστιο λάθος, όταν νομίζουν ότι τα Ευαγγέλια δεν τους αφορούν. Στερούν τον ελληνικό λαό, από μία πολύ μεγάλη δύναμη με διεθνή ακτινοβολία. Οι Γραφές είναι βαθύτατα πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά βιβλία. Είναι κανόνες για την χρηστή κοινωνία των πιστών. Η Αγία Γραφή ήταν το Σύνταγμα και ο οδηγός των Ελλήνων στα 400 χρόνια σκλαβιάς:

  • «Στους αιώνες της Τουρκοκρατίας δεν υπήρχε «κήρυγμα» – σπανιότατο. Σήμερα υπάρχει μόνο και παντού κήρυγμα, όπως μόνο και παντού τηλεόραση και πολιτική. Τότε την «αλήθεια», την κοινωνούμενη εμπειρία και γνώση, τη γεννούσε η πράξη (ο τρόπος του βίου), όχι η «κατανόηση» του ορθού και του πρέποντος, όχι το «αλάθητο» cogito(σ.σ. “σκέφτομαι”). Η νηστεία μεταμόρφωνε τη λήψη της τροφής σε μετοχή του κοινωνούμενου τρόπου, το αναμμένο σε κάθε σπίτι καντήλι ήταν η δίχως λόγια προσευχή, το ζύμωμα του πρόσφορου, ο αγιασμός, τα κόλλυβα – όλα πράξη, πουθενά ιδεολόγημα. Και το κεντρικό κοινωνικό γεγονός της κοινότητας: ο εκκλησιασμός, καθόλου καθήκον ή εντολή, αλλά μόνο γιορτασμός, άρθρωνε τον χρόνο σε εόρτιους κύκλους, με άξονα τη χαρά της νίκης καταπάνω στον θάνατο». (Χρ. Γιανναράς)

 

Τα ευαγγέλια είχαν προβλέψει ότι όταν θα παραδώσουμε την ηγεσία της εκκλησίας σε μισθωτούς, αυτοί θα εγκαταλείψουν το πλήρωμα στην πρώτη δυσκολία.  

«ὁ μισθωτός δέ καί οὐκ ὢν ποιμήν, οὗ οὐκ εἰσί τά πρόβατα ἴδια, θεωρεῖ τόν λύκον ἐρχόμενον καί ἀφίησι τά πρόβατα καί φεύγει· καί ὁ λύκος ἁρπάζει αὐτά καί σκορπίζει τά πρόβατα. ὁ δἑ μισθωτός φεύγει, ὅτι μισθωτός ἐστι καί οὐ μέλει αὐτῷ περί τῶν προβάτων» (Κατά Ιωάννην , κεφ.10 .12-13)[4].

Σήμερα τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα από όσο τα είχε προβλέψει ο Χριστός: Δεν έχουν εγκαταλείψει το ποίμνιο τους. Όχι μόνο δεν αντιδρούν την ώρα της γενικής λεηλασίας, αλλά στηρίζουν τους λύκους. Πολιτική και Θρησκευτική ηγεσία μας έχουν καλέσει να υπηρετήσουμε τους τοκογλύφους. Να στηρίξουμε τις τράπεζες και να ψηφίσουμε «ναι» στο δημοψήφισμα. 

---

Οι αμφισβητούντες την ορθοδοξία, θα πρέπει να προσέξουν ότι έχοντας εγκαταλείψει αυτούς τους κανόνες, βρισκόμαστε σε δυσχερή θέση, για να μην πούμε σε άθλια και μη αναστρέψιμη κατάσταση.  

Ο οικονομολόγος καθηγητής Μάικλ Χάντσον, πρωτεργάτης της μελέτης του χρέους στην αρχαιότητα, παρουσιάζει ρεαλιστικά τον Ιησού ως επαναστάτη εναντίον των δανειστών[5].

Ο ίδιος έχει πει ότι «Η μάχη του 21ου αιώνα θα γίνει κατά των τραπεζιτών». 

Η μεγάλη φιλόσοφος Σιμόν Βέιλ (1909-1943) είχε πει ότι «Τα Ευαγγέλια είναι η τελευταία και η πιο υπέροχη έκφραση της Ελληνικής μεγαλοφυΐας, όπως η Ιλιάδα ήταν η πρώτη της έκφραση».

Λίγο πριν τον θάνατο του, ο μεγάλος βυζαντινολόγος σερ Στίβεν Ράνσιμαν είχε προβλέψει: «Η Ορθοδοξία θα είναι η θρησκεία του 21ου αιώνα».

Αυτό το τελευταίο δεν μπορεί να υπάρξει, όσο δεν επιστρέφουμε στο πραγματικό νόημα της εκκλησίας. Όσο δεν κάνουμε τίποτα για να δείξουμε ότι Ελληνικότητα και Ορθοδοξία είναι  οικουμενικές και πανανθρώπινες αξίες. 

Για όλα αυτά και πολλά άλλα: 

Η δημοκρατία πρέπει να επιστρέψει στο Κράτος και στην Εκκλησία.

Κράτος και Εκκλησία πρέπει να επιστραφούν στο λαό.

Η Ελλάδα πρέπει να απελευθερωθεί και αυτό θα γίνει με τον μοναδικό τρόπο, που μπορεί να απελευθερωθεί μία χώρα: 

Να οργανωθούμε και να γίνουμε ξανά κοινότητα, δήμος και εκκλησία αυτών. 

 

 

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: 

[1]Στο σχολικό βιβλίο “ΝΕΟΤΕΡΗ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ”, ΕΝΟΤΗΤΑ 18 “Από την άφιξη του Όθωνα (1833) έως την 3η Σεπτεμβρίου 1843”, Κεφ. 31 “Η Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Ελλάδας” (http://eclass.sch.gr/modules/document/)

[2]Πηγή είναι το άρθρο Ελευθέριου Σκιαδά, “Οι 300 διάσπαρτοι σε όλη την πρωτεύουσα ναοί και ναΐσκοι που γλύτωσαν κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας, αλλά ξεπουλήθηκαν με νομοθετική ρύθμιση στις αρχές του 1835”, εφημ. “Κυριακάτικη Δημοκρατία», αναδημοσίευση από hellas-orthodoxy.blogspot.gr, “Πώς οι Βαυαροί αφάνισαν τα εκκλησάκια των Αθηνών”. 

[3]Ηλ.Τσιτσέλη, “ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΚΑ ΣΥΜΜΙΚΤΑ”, Α΄σ.656.

[4] Μτφρ, από users.sch.gr: Ο μισθωτός δε βοσκός, που δεν είναι ιδικά του τα πρόβατα και τα βόσκει μόνον και μόνον δια τον μισθόν του, βλέπει τον λύκον να έρχεται και αφίνει τα πρόβατα και φεύγει. Και τότε ανενόχλητος ο λύκος αρπάζει, κατασπαράσσει και διασκορπίζει τα πρόβατα. (Οι ανάξιοι πνευματικοί ποιμένες, που έχουν το έργον των μόνον και μόνον ως προσδοφόρον επάγγελμα, δεν ενδιαφέρονται να προφυλάξουν τα λογικά πρόβατα από τον διάβολον και τα όργανά του). Ο μισθωτός βοσκός φεύγει, ακριβώς διότι είναι μισθωτός και δεν έχει καμμίαν διάθεσιν να εκθέση εις κίνδυνον την ζωήν του δια τα πρόβατα, διότι δεν ενδιαφέρεται δι' αυτά, παρά μόνον δια τον μισθόν του.

[5]Michael Hudson, The Lost Tradition of Biblical Debt Cancellations.

---

Η εικόνα είναι του Ληξουριώτη Δον ΨΥΧΩΤΗ